Ο Κεφτές
Και έλα τώρα εσύ να μου πεις
και να απορήσεις γα το τι είναι ο κεφτές. Γιατί δεν υπάρχει άνθρωπος στις
βόρειες και ανατολικές πλαγιές του Χολομώντα που στο άκουσμα της λέξης Κεφτές,
δεν τού τρέχουν σάλια και δεν του έρχονται στο νου οι μυρωδιές τού τηγανίσματος
αλλά και η καλή διάθεση ύστερα από ένα χορταστικό γεύμα ή δείπνο, με κεφτέδες,
τουρσιά και κρασί ή τσίπουρο.
Και καλή η εισαγωγή, έλα όμως
που στους μερακλήδες οι σκέτες
περιγραφές φέρνουν φαγούρα και αναμνήσεις πικρές, κάποιας γερής τσιπουροποσίας,
της περασμένης εποχής, με το χιόνι ένα μέτρο κι τα όργανα αγκαζέ.
Και για τον κεφτέ ξεκίνησα να
λέω και ά.... ακόμα
λίγο και θα ξεθαρρέψω να πω κι’ άλλα και το θέμα θα μείνει χωρίς ανάπτυξη.
Γιατί δεν πρόκειται να δώσω συνταγές για τον κεφτέ, ούτε να πω κάτι άγνωστο
στις νοικοκυρές οι οποίες από την τηλεόραση έμαθαν και μαθαίνουν διάφορα, μέχρι
τον τρόπο που μπορούν να κάνουν κεφτέδες με πράσα, με σπανάκια και με πολλά
άλλα υλικά, ακόμα και με . . .φακές και ρεβίθια, άκου άκου εσύ, και τα βλέπουν
οι θειές και το ύφος τους αλλάζει προς την …. απορία, αφού
από πολύ παλιά, τον κεφτέ τον έμαθαν ότι γίνεται με κιμά, με κρεμμύδι και διάφορα μυρωδικά.
Και λέω ότι δεν θα δώσω συνταγές ούτε θα κάνω κάποια
γευσιγνωστική ανάλυση, αλλά θα πω ότι η
ονομασία του κεφτέ, έρχεται από την Περσία και την Τουρκία που στη μεν Περσία
τον λέν Kufta και στην Τουρκία τον ονομάζουν Kofte,αλλά σ’ αυτό το (ό) στον Τουρκικό Kofte, βάλτε και δυο τελείες από πάνω για να γίνει η
προφορά σωστή, να προφερθεί δηλαδή ….
«Κιοφτέ» και όχι «Κοφτέ»....
Έχουμε λοιπόν και λέμε
και μέχρις εδώ η εισαγωγή, αλλά να, για
να κλείσει το θέμα που ακόμα δεν ..... άνοιξε, θα πρέπει να πω και το άλλο, ότι
δηλαδή η κάθε νοικοκυρά έχει το δικό της τρόπο για να φκιάνει τους κεφτέδες.
Και βλέπουμε μερικές να τους
κάνουν αφράτους τους κεφτέδες, και μερικές άλλες να τους φκιάνουν τόσο σφιχτούς
που είναι σαν «κουρσιούμια» και τρέχα εσύ να μάθεις τι σημαίνει αυτό, αλλά ότι
και να σημαίνει, ο εν λόγω σφιχτός κεφτές άντεχε παλιά και αντέχει ακόμα να
μεταφερθεί αναλλοίωτος σε μεγάλες αποστάσεις και σήμερα ακόμα, από γνωστούς, μαθαίνω ότι
στέλνουν λέει κεφτέδες ακόμα και
στο ..... Λονδίνο στα βλαστάρια
τους που παιδεύονται εκεί για σπουδές .....
Και ομολογώ και όνομα δε λέω,
ότι τέτοιους σφιχτούς κεφτέδες έφαγα
αρκετές φορές, μέχρι που το συγγενικό μου πρόσωπο παραδέχτηκε επί τέλους
κάποτε, ότι τους κεφτέδες τους έφκιαχνε να τους φάμε εκεί επί τόπου και
όχι να τους «τροβαδιαστούμε» για πολυήμερο ταξίδι.....
Έτσι λοιπόν πρέπει να βάλλω
μια τελεία στην εισαγωγή και να μπω στο κυρίως θέμα που ναι μεν ως θέμα είναι ο κεφτές, αλλά όχι
οποιοσδήποτε κεφτές.
Και εκεί λοιπόν και σιαπού αλλού, εκεί στην Αρναία, και να μη λέω σε ποια γειτονιά, η
θειά είχε μια ιδιαίτερη προτίμηση στους κεφτέδες και όταν το επέτρεπε η
«κατάσταση» για την πολυμελή οικογένεια το καλύτερο φαΐ που έφκιανε ήταν
κεφτέδες σκέτοι, ή με σάλτσα, και
συνήθως συνοδευόμενοι με ρύζι «για να φτουρούν ...»
Οι σκέτοι κεφτέδες όμως ήταν
η προτίμησή της, γιατί και διότι, για τον εαυτό της έβγαζε τη μερίδα του
λέοντος και βέβαια την παραπανίσια για
τον εαυτό της ποσότητα δεν την αφαιρούσε από τα άλλα μέλη της οικογένειας, αλλά
να, ήταν λίγο παραπάνω «αλίξουρην» και δεν μπορούσε να αντισταθεί στη θέα του
στρογγυλεμένου τηγανητού κεφτέ ....
Έτσι λοιπόν την ημέρα που έγινε το κακό, το «ανάμ’»
και ακούστηκε και μαθεύτηκε, η θειά
έκοψε τον κιμά στην κρεατομηχανή, τον ζύμωσε βάζοντας το κρεμμύδι και τα
μπαχαρικά και τον σκέπασε για να «γίνει» και σε καμπόση ώρα να πλάσει τους κεφτέδες και να τους τηγανίσει
για το Κυριακάτικο μεσημεριανό φαγητό της οικογένειας.
Βέβαια υπήρχαν και άλλα στο
σπίτι, υπήρχε το βαρέλι με το τουρσί για συμπλήρωμα αλλά το κύριο πιάτο ήταν οι
κεφτέδες από τρεις τέσσερες για τον καθένα και για τον αρχηγό της οικογένειας
το απαραίτητο τσίπουρο ή το κρασί στην νταμιτζάνα, γνωστά αυτά στα μέρια μας
και όποιος δεν τάζησε, ας φροντίσει να τα μάθει …. Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ